| 
  • If you are citizen of an European Union member nation, you may not use this service unless you are at least 16 years old.

  • You already know Dokkio is an AI-powered assistant to organize & manage your digital files & messages. Very soon, Dokkio will support Outlook as well as One Drive. Check it out today!

View
 

Mετανάστες, πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο

Page history last edited by Dimitris 14 years, 2 months ago

Immigration

Σύντροφε οὐρανὲ
ἄλλοτε ἡ ἐλπίδα φεγγοβολοῦσε στὰ χέρια
κοιτάζω τὸ σῶμα βρίσκω τ᾿ ὄνειρο
πάει κ᾿ ἡ ἀγάπη
χάνεται
σὰν τὸ νερὸ στὴν πέτρα.


Τί εἶναι πιὰ ἕνα δέντρο

τί εἶναι τ᾿ ἀσημένια φύλλα;
Μέσ᾿ στὴν ὁρμὴ τῆς ἐρημιᾶς

γινόμαστε διάφανοι.

 


Το πρόβλημα                                                                              

Key dates

20 June 

World Refugee Day

18 December 

International Migrants Day.

 

 

 

 

 

 

 

Στην Ευρώπη σήμερα, πολλοί μετανάστες, αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες αντιμετωπίζουν πολύ δύσκολες καταστάσεις και βλέπουν τα βασικά τους δικαιώματα και την αξιοπρέπειά τους, να παραβιάζονται καθημερινά[1]. Οι πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο συχνά αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια, τις χώρες και τις οικογένειές τους για να σωθούν από τον πόλεμο, τις διώξεις ή την πλήρη έλλειψη ασφάλειας. Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των προσφύγων στον κόσμο δεν ζητούν άσυλο στην Ευρώπη,  ορισμένα άτομα και ομάδες το κάνουν. Η καλλιέργεια ή η εμμονή συναισθήματων  εθνικισμού και της ξενοφοβίας, ή απλώς οι ανησυχίες των ξενόφοβων πολιτικών, έχουν οδηγήσει πολλές κυβερνήσεις να υιοθετήσουν πολύ αυστηρά μέτρα προς την κατεύθυνση των αιτούντων άσυλο, με στόχο κυρίως την εξασφάλιση ότι αυτοί δεν θα φθάνουν στο έδαφός τους. 

Για να πάρετε μια μικρή εικόνα για το τι σημαίνει να είναι πρόσφυγας, διαβάστε τις προσωπικές εμπειρίες των προσφύγων στο Αλλοδαπών 93. 

Οι αιτούντες άσυλο και οι πρόσφυγες αποτελούν μια ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα-στόχο, το καθεστώς των οποίων καθορίζεται και προστατεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης για τους Πρόσφυγες του 1951. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες διαθέτουν σήμερα νομοθεσία που τους επιτρέπει να κρατούνται στα αεροδρόμια και τα αστυνομικά τμήματα των συνόρων, συχνά δε χωρίς κανένα σεβασμό για τα δικαιώματά τους. Η απέλαση των παράνομων μεταναστών και των αιτούντων άσυλο οι οποίοι βλέπουν την αίτησή τους να απορρίπτεται είναι μια κοινή πρακτική και μερικές φορές μια μορφή εξευτελιστικής μεταχείρισης.

Πηγή : Council of Europe

Σχετικές συνδέσεις

 

«Κι αλίμονο σ’ εκείνον 
που πατρίδα τώρα δεν έχει
και περιφέρεται σε στερεότυπα και ξένους ουρανούς».

 

Χρίστος Ρουμελιωτάκης, 
«Ξένος ειμί και άλλα ποιήματα»

Γεννήθηκα ή μου φαίνεται?

 

Η δεύτερη γενεά μεταναστών, δηλαδή τα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν ή ήρθαν στην Ελλάδα σε πολύ μικρή ηλικία και δεν γνώρισαν άλλη πατρίδα πέραν της Ελλάδας, είναι πλέον αναπόσπαστο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού.

Τα παιδιά αυτά φοίτησαν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και μετείχαν της ελληνικής παιδείας. Είναι Έλληνες, ουδείς δύναται να το αμφισβητήσει αυτό. Όμως το κράτος, επικαλούμενο το δίκαιο αίματος που η ισχύς του είναι μάλλον όψιμη καθώς στην Ελλάδα σε παλαιότερες εποχές ίσχυε το δίκαιο εδάφους όπως ακριβώς και στην λοιπή Ευρώπη, αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα τους, δηλαδή αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα της Ελλάδας. Όχι μόνο δεν δίνει την ελληνική ιθαγένεια αλλά αρνείται να παράσχει ακόμα και την άδεια παραμονής. Τα παιδιά αυτά, που πλεον είναι ενήλικες και επομένως έχει ήδη αρχίσει να δημιουργείται η τρίτη γενεά μεταναστών, δεν έχουν ούτε πιστοποητικό γεννήσεως!

Οι συνέπειες είναι ανυπολόγιστες. Πρόκειται για έλληνες που δεν έχουν διαβατήριο. Για έλληνες που δεν μπορούν να κάνουν το μεταπτυχιακό τους σε κάποια άλλη χώρα, όπως οι συμπολίτες τους. Για έλληνες που δεν ψηφίζουν. Για έλληνες που δεν μπορούν να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε αθλητική ομάδα. Για έλληνες καταδικασμένους στην μαύρη εργασία. Πρόκειται για έλληνες δεύτερης κατηγορίας. Πρόκειται για έλληνες καταδικασμένους στην καθημερινή ανασφάλεια και στον κονωνικό αποκλεισμό.

Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι τα παιδιά αυτά έχουν εκπαιδευτεί με έξοδα του ελληνικού κράτους. Και ενώ το κράτος μεριμνεί για την εκπαίδευση τους, στη συνέχεια δεν τους δίνει το δικαίωμα να συμμετέχουν και να ενισχύουν την οικονομία της χώρας με την εργασία και τις γνώσεις τους.

Τα παιδιά αυτά είμαστε εμείς...ο Νίκος, ο Μιχάλης, η Αθηνά, ο Μανώλης, η Μαρία, η Ράνια...

Τα παιδιά αυτά θα μπορούσαν να είσασταν και Εσείς.

 

........Πρόκειται για παιδιά μεταναστών, που παρά το γεγονός ότι γεννήθηκαν στην Ελλάδα ή ήρθαν σε μικρή ηλικία, δεν έχουν κανένα νομιμοποιητικό έγγραφο παραμονής και όταν ενηλικιώνονται μετατρέπονται αυτόματα σε μετανάστες. «Δεν είμαστε μετανάστες. Δεν έχουμε γνωρίσει άλλη χώρα εκτός από την Ελλάδα, μεγαλώσαμε και σπουδάσαμε εδώ, μαζί με τα παιδιά των Ελλήνων. Πολλοί από μας δεν έχουν πάει ούτε μια φορά στη χώρα των γονιών μας ούτε γνωρίζουμε τη γλώσσα τους», λένε τα ίδια τα παιδιά.

 

Το πρόβλημα ζητά πιεστικά λύση χρόνο με τον χρόνο καθώς ενηλικιώνονται όλο και περισσότερα από αυτά τα παιδιά. Φέτος, μάλιστα, κλείνουμε 18 χρόνια από το 1991, τη χρονιά που ξεκίνησε το μεγάλο κύμα μετανάστευσης προς την Ελλάδα από τη γειτονική Αλβανία και τις πρώην σοβιετικές χώρες στη συνέχεια. «Κάθε χρόνο, όσο θα μεγαλώνουν τα παιδιά των μεταναστών που ήρθαν στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία, το πρόβλημα θα γίνεται όλο και εντονότερο» τονίζει ο κ. Δημ. Χριστόπουλος, πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------

της Ιωάννας Κούρτοβικ  Για το βιβλίο του Ζαχίρ Ατχαρί   Που είναι ο Προμηθέας

 

 

Είναι δύσκολο να μιλά κανείς για την ιστορία των άλλων όταν αυτοί είναι μπροστά σου και σε ακούνε. Το βιβλίο του Ζαχίρ είναι η ιστορία τους καιδιαβάζοντάς το, ο καθένας από εμάς, ζει όλες αυτές τις ιστορίες που μάθαμε δίπλα στους πρόσφυγες.

Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο, ανέπνευσα καιξαναρχόντουσαν στη μνήμη μου οι πνιγμένοι στην Χίο, οι δαρμένοι του Αγίου Παντελεήμονα και ο χειμώνας ο τρομερός που βρήκε τους αφγανούς πρόσφυγες σε σκηνές από νάυλον, αγορασμένο από την Αγορά, στο Πεδίο του Αρεως τυλιγμένους με το πλαστικό, κάθε πρωί στημένους έξω από την Ασφάλεια να τους ξεφτιλίζουν για ένα παλιόχαρτο, ξεχωρίζοντας την αξιοπρέπεια του Μουμπάρακ. Πρόκειται για την ιστορία της μετανάστευσης, αυτής που χρόνια τώρα είναι στο επίκεντρο των κοινωνιών μας και των πολιτικών τους, για το ζήτημα των ανθρώπινων κυμάτων που γίνονται θάλασσες και προκαλούν πολιτικές τρικυμίες και θυελλώδεις συζητήσεις και προβληματισμούς στις κοινωνίες μας. Πλήθος ομιλιών και γραπτών κειμένων, με κείμενα και συζητήσεις προσπαθούμε μέσα από τους πρόσφυγες να επιβεβαιώσουμε τις δικές μας θεωρίες. Υπάρχει ένα κομμάτι των απόψεων εκείνων που έχει μάθει να αντιμετωπίζει τους πρόσφυγες, οικονομικούς και πολιτικούς, σαν ιστορίες πόνου και δυστυχίας, που διεκδικούν την ανθρωπιά μας, που τους χαρίζουμε τη συγκατάβασή μας και την ανεκτικότητά μας, διεκδικούμε για λογαριασμό τους ανθρώπινα δικαιώματα, πολιτικά και κοινωνικά, να συνηθίσουμε να τους βλέπουμε και να τους αναλύουμε σαν τα απελπισμένα θύματα των πολιτικών και κοινωνικών επιλογών της Δύσης. Υπάρχουν οι νέες θεωρίες, πιο ελκυστικές για την αυτονομία της μετανάστευσης, που αρνούνται αυτό το πλαίσιο θυματοποίησης και θεωρούν τους πρόσφυγες ένα δυναμικό κίνημα αμφισβήτησης, αμφισβήτησης των συνόρων, αμφισβήτησης του δυτικού μοντέλου κράτους και κοινωνίας. Υπάρχουν επίσης και εκείνες που κατατάσσουν τους οικονομικούς πρόσφυγες, στο από θέση συντηρητικότερο τμήμα της κοινωνίας, θύμα αλλά και οπαδό και απόστολο των δυτικών μοντέλων ζωής και καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ο πρόσφυγας είναι αυτά κι εκείνα και όλα μαζί.

Μετανάστευση και μεταναστεύσεις είναι η ιστορία της ανθρωπότητας, και όπως κάθε φαινόμενο ιστορικό και κοινωνικό είναι πολύπλευρη και πολύπλοκη, όπως αντιστοιχεί στην ποικιλότητα της ανθρώπινης φύσης, της ανθρώπινης ψυχής, στην ποικιλότητα των πολιτικών, ιστορικών και οικονομικών παραγόντων που την περιβάλει. Αυτήν την ποικιλότητα λοιπόν και τη συνθετότητα του εν λόγω ζητήματος αποκαλύπτει ο λόγος του Ατχαρί. Χωρίς να διαψεύδει ούτε τα μεν ούτε τα δε, επιβεβαιώνοντας και αναδεικνύοντας μέσα από την πολλαπλότητα του λόγου του και τους πολύπλοκους τρόπους έκφρασης, με τους πολύπλοκους τρόπους που εναλλάσσεται το φως με το σκοτάδι. Μάθαμε να αντιμετωπίζουμε τους Αφγανούς με τον τρόπο που αυτός περιγράφει μελαγχολικά και πικραμένα:

"είμαστε έμποροι ναρκωτικών, άγριοι πολεμιστές, φονταμενταλιστές, αγράμματοι και μισογύνηδες". Μέσα από το λόγο του ο Ατχαρί προσπαθεί να ανατρέψει το στερεότυπο, αυτήν την πικρόχολη εικόνα για τον άνθρωπο. Ο Ατχαρί είναι ένας αφγανός πρόσφυγας διανοούμενος, αριστερός και άθεος, ανθεκτικός όπως είναι οι αφγανοί, ποιητικά γοητευτικός, όπως είναι οι ασιάτες, ευαίσθητος σαν διανοούμενος, εσωστρεφής και ενδοσκοπικός, όπως όλοι οι διωγμένοι, μοιρολάτρης όσο είναι οι πρόσφυγες, παραπονιάρης όπως οι αριστεροί, διεκδικητικός ως κομμουνιστής, επίμονος σαν μετανάστης είναι πάνω απ' όλα πρόσφυγας, όχι σαν θύμα μιας κατάστασης πολέμου και δυστυχίας, πρόσφυγας μιας δραματικής διεκδίκησης της ανθρώπινης ελευθερίας. Επιβεβαιώνει ότι είναι τμήμα της ιστορίας της μετανάστευσης, όταν αναρωτιέται "γιατί θα πρέπει ένας άνθρωπος να εγκλωβιστεί σε μια χώρα" (σελ. 35). Πρόσφυγας πιο πολύ από επιβίωση σημαίνει διαδρομή, το να είσαι πρόσφυγας παραπέμπει σε μια διαδρομή, σε μια πορεία από προς κάπου, μια πορεία που στην αφετηρία της δεν έχει μόνο τον πόνο, τις διώξεις, τους πολέμους, τη φτώχεια, που περιγράφει ο Ατχαρί με πολιτικούς και κοινωνικούς όρους, έχει τη δίψα του ανθρώπου για την ελευθερία: "όπως ήρθα έφυγα, μια νύχτα ήρθα απρόσκλητος μια νύχτα χάθηκα χωρίς αύριο, γεννήθηκα πρόσφυγας, οι νύχτες είναι δικές μου" αναφωνεί. Οι πρόσφυγες στο λόγο του είναι μετεωρίτες που περνούν ή καίγονται, τα βήματά του είναι μουρμούρισμα πόνου και απορίας μα και μια θάλασσα επιθυμίας "οι ωκεανοί είναι μέσα μου" (σελ. 61), αποκαλύπτει μέσα από το κείμενό του αυτό που στις θεωρίες της αυτονομίας της μετανάστευσης είναι ο ποκειμενικός παράγοντας της μετανάστευσης, που μας το δίνει με συγκλονιστικό τρόπο.

Υπάρχει κάτι στη διαδρομή από προς, η διαδρομή που είναι πραγματικό ο πρόσφυγας μένει μυστικό του πρόσφυγα, που δεν μπορούμε να το αγγίξουμε, που δεν μπορούμε να το πλησιάσουμε, γιατί ανήκει στα ιερά και τα όσια της ζωής του. Ο ίδιος το καταγράφει αυτό στο βιβλίο του, όταν λέει, δεν θα ρωτήσω, καταλαβαίνω πώς έφτασε αυτός ή αυτή. Διαβάζοντας ο ένας τον άλλο από τις αδρές γραμμές του προσώπου, δεν ρωτάμε ποτέ γιατί άφησε τη χώρα του, κι εγώ ποτέ δεν τολμώ να σκεφτώ το παρελθόν μου. Κάπου αλλού περιγράφει όμως ακριβώς τον πόνο των άλλων, αυτήν την πορεία με φορτισμένους όρους: "μη βάζεις την κλειδαριά της σιωπής στα χείλη μου γιατί έχω τόσα να σου πω, ένα σιωπηρό καραβάνι οι επιζήσαντες του θανάτου με το βαρύ φορτίο του θρήνου στις πλάτες τους, πεινασμένοι με ματωμένα χείλη, με πρησμένα από την ταλαιπωρία πόδια μέσα στο σκοτάδι της νύχτας στην προσπάθεια τους να βρουν ένα ασφαλές μέρος για να ξεκουράσουν τα κορμιά τους και να συνεχίσουν. Ένα παγωμένο κορμί στα σύνορα με την Τουρκία κοιτάζει για τελευταία φορά ένα άστρο στον απέραντο ουρανό και ελπίζει ότι και η μητέρα του κοιτάει κι αυτή το ίδιο άστρο, τα άψυχα κορμιά των μεταναστών τα νανουρίζει η θάλασσα στο ανατολικό άκρο της Ελλάδας "με τον ήχο των νυχτερινών τραγουδιστών", "καραβάνι στην πλαστική βάρκα". Αλλά και πέρα από τη θάλασσα στη στεριά. Η πίκρα στο τέλος περιμένει τον πρόσφυγα, όπως παρουσιάζεται σ' ένα συγκλονιστικό κομμάτι με τίτλο "είσαι το άλλο μου μισό!" όπου εριγράφει τη ζοφερότητα της μοναξιάς και τη λαχτάρα της επικοινωνίας. Ομως ο Ατχαρί δεν στέκεται στη συναισθηματική προσέγγιση του κόσμου του, η απορία και το παράπονο εναλλάσσονται με τη διεκδίκηση, ηρωική και πεισμωμένη. Είναι αριστερός, είναι ον πολιτικό και λειτουργεί σαν τέτοιο, μιλά για τη χώρα του με όρους πολιτικούς, εκτιμά, ψάχνεται, αξιολογεί το προσφυγικό στην Ευρώπη και αναλύει την πολιτική της μετανάστευσης, μιλά για τους πρόσφυγες σαν κομμάτι ενός κινήματος, ζητά ενότητα με τους ντόπιους εργάτες, μιλά για το πολιτικό υποκείμενο, που όλοι μας το ψάχνουμε, κι εγώ λέω ότι οι μετανάστες είναι εν δυνάμει ένα πολιτικό υποκείμενο, που δεν έχει πολιτική έκφραση, δεν συγκροτείται σαν τέτοιο, δεν έχει πολιτικό φορέα, δεν κατορθώνει να τον βρει. Ο μακρινός δρόμος του πρόσφυγα δεν σταματά, δεν ειρηνεύει, όπως δεν σταματά η ιστορία των μεταναστεύσεων. Ο Ατχαρί έμεινε, πάλεψε, προσπάθησε να οργανώσει ανθρώπους, συμμετείχε σε συλλογικότητες, μίλησε, διεκδίκησε για τον τόπο του ό,τι μπορούσε. Δεν μπόρεσε όμως να μείνει, έφυγε ζητώντας ξανά καλύτερη τύχη, μια νύχτα όπως πάντα πέταξε. Τα ίχνη του Ατχαρί είναι το βιβλίο του, είναι σήμερα μαζί μας,   ευχαριστώ

 

List

 

of 7128 documented refugee

 

deaths through Fortress Europe

March 14 through March 28 2007

 

Ιστορίες Ελλήνων μεταναστών

 

To συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη

 

source: http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=13048&m=S03&aa=1

 Ας δούμε πώς περιγράφεται η εποχή εκείνη στην Ελλάδα από τους ίδιους τους μετανάστες και συγκεκριμένα στο «συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη» που επιμελήθηκε ο Θ. Βαλτινός, από τον ίδιο το Κορδοπάτη.

 «Κανένα χρόνο δουλέψαμε καλά. Το ΄97 έγινε ο πόλεμος στα σύνορα, έπειτα έγινε μεγάλη δυστυχία και οι άνθρωποι πείνασαν... Τα χωριά στέναξαν. Καρπός δεν βρισκόταν πουθενά. Οι μανάδες έστελναν τα παιδιά στα ρέματα και μάζευαν καβούρια, να τα ρίχνουν στα λάχανα να αρτεύονται.

 Ύστερα δεν βρισκόντουσαν ούτε λάχανα γιατί φάνηκαν οι ακρίδες και έπεσαν σύννεφα, τον σκέπασαν τον τόπο. Όσο που μαύρισε το μάτι καμπόσων από αυτό το κακό και βγήκαν ληστές.»

 Και για τον Αργυρόπουλο, έναν από τους ληστές, μας γράφει:

 «Από τότε δεν ξαναφάνηκε, παρά ρεμπέλεσε χαμηλά στους κάμπους της Αμαλιάδας. Εκεί ήταν ένας Ηλίας Μόσκοβος από την Κερπινή της Γορτυνίας, φίλος του πατέρα του και τον τροφοδόταγε. Αυτός κανόνισε τον έβαλε σε ένα παπόρι φορτηγό που είχε σάκους να φύγει... Έβαλαν σακιά το να μέρος και τ΄ άλλο τετραγωνικά και άλλα από πάνω και έφυγε. Οι δικοί του δεν ήξεραν τίποτα. Ένα φεγγάρι τον είχαν χαμένο, έπειτα μαθεύτηκε ότι βγήκε αντάρτης στη Μακεδονία. Στο χρόνο απάνω, λαβαίνουν γράμμα από Αμερική, από Ν. Υόρκη ότι είναι καλά. Ο ίδιος δεν ήξερε γράμματα, είχε βάλει άλλον να του το φτιάξει.

 Ύστερα τους ξανάγραψε να φύγουν τα αδέρφια του και οι γαμπροί του. Κοντά σε κείνους πήγαιναν και άλλοι τριάντα, Δαραίοι. Πήγαν και δυο αδερφοί μας μικρότεροι, ο Γιάννης και ο Δήμος. Για να βρούνε τα ναύλα τους, πουλήσαμε ένα χωράφι και ένα βόιδι. Αυτοί ήσαν οι πρώτοι που έφυγαν. Έπειτα έγραφαν ο ένας με τον άλλον και έπαιρναν κοντά τους τους υπόλοιπους».

 Το ταξίδι

 

Όμως, ας παρακολουθήσουμε καλύτερα τον Α. Κορδοπάτη, πώς περιγράφει το ταξίδι με την περίφημη Αυστροαμερικάνα. 

 «Τρεις μέρες προχωρήσαμε, την Τρίτη νύχτα μεσάνυχτα, το πλοίο χάλασε, χωρίς να καταλάβουμε τίποτα εμείς. Μονάχα οι πλοίαρχοι και οι μηχανικοί το ήξεραν και αντί για μπρος γύριζε πίσω. Το διόρθωσαν και άρχισε πάλι να πηγαίνει, αλλά ψεύτικο διόρθωμα, έκανε μονάχα οκτώ μίλια.

 Δύο ώρες με τα πόδια, μια με το πλοίο Αυστροαμερικάνα. Έγερνε και στα πλάγια. Τεντωνόμασταν χάμω και πιάναμε το νερό της θάλασσας όταν ήταν γαλανή. Όταν ο καιρός ήταν μαύρος, φίδια μας έτρωγαν. Η ψυχή του κόσμου ήταν βυθισμένη στο φόβο. Για φαγητό έσφαζαν και μας έδιναν κάτι παλιάλογα. Καμιά εβδομάδα τη βγάλαμε μ΄ αυτά που είχαμε ψωνίσει στην Πάτρα, αλλά σωθήκανε. Μας έδιναν κάτι ρέγκες με σκουλήκια, χαλασμένες τις πετάγαμε.

Ζούσαμε μέσα σ΄ αυτή τη φρίκη, από κάτω θάλασσα και από πάνω ουρανός. Έπειτα άρχισε να κοχλάζει η ψείρα. Κάθονταν όρθιες στα πανωφόρια των επιβατών, άσπρες με ουρά.

 Σε λίγες μέρες με την αργοπορία του πλοίου, το νερό λιγόστεψε. Τρεις χιλιάδες κόσμος που ήμασταν μέσα διψάσαμε. Μαζευόμασταν μυρμήγκια με τις βίκες μπροστά στα ντεπόζιτα και κει γινόταν χαλασμός».

 

Η Ανδρονίκη Τσιστίνα, 85,

 

που έφυγε από την Ελλάδα με το τελευταίο πλοίο το 1916 στη διάρκεια του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου λέει: «Δεκαεφτά νέες κοπέλες κάναμε το δύσκολο ταξίδι από την Καστοριά στον Πειραιά, εν μέρει με τα πόδια, όπου και περιμέναμε δεκαεπτά ημέρες για το πλοίο. Σ΄ αυτό το διάστημα τα παπούτσια μου έλιωσαν και ήμουν με γυμνά πόδια. Το ταξίδι με το πλοίο κράτησε 3 εβδομάδες και ήταν φριχτό. ΄Ήμασταν στοιβαγμένοι στα αμπάρια. Ήμουν γεμάτη ψείρες. Υπήρχε πολύς θόρυβος και ο αέρας ήταν αποπνικτικός γιατί σχεδόν όλοι έκαναν εμετό εξαιτίας της ναυτίας.Το πρώτο πράγμα που έκαναν οι αδερφές μου στην Ν. Υόρκη ήταν να με πάνε σε ένα δημόσιο λουτρό να με καθαρίσουν. Ήμουν ακόμη χωρίς παπούτσια» (Papaioannou, 1985: 55).

 

Το ταξίδι της λύτρωσης 

 

 

 

 

 

 

 

 

Footnotes

  1. Στην πόλη της Frankfurt-am-Oder, που βρίσκεται στα πολωνο-γερμανικά σύνορα, μια ομάδα νεαρών Γερμανών σκίνχεντ συχνά απειλεί και επίτίθεται αλλοδαπούς φοιτητές από το πανεπιστήμιο και αλλοδαπούς εργαζόμενους. Από την πολωνική πλευρά, στα προάστια της Frankfurt-am-Oder, υπάρχει μια πόλη που ονομάζεται Slubice όπου μια άλλη ομάδα νεαρών νεοναζί κυνηγούν αλλοδαπούς. Σε ένα περιστατικό αναφέρθηκε πως είχαν αρχίσει χτυπούν έναν φοιτητή, αλλά του ζήτησαν συγγνώμη , όταν συνειδητοποίησαν ότι ήταν Ισπανός. Είχαν θεωρήσει ότι ήταν Γερμανός

Comments (2)

Dimitris said

at 8:20 pm on Jan 16, 2010

Όπως λέει ο ήρωας του βιβλίου
«Τρία πολύτιμα πράγματα υπάρχουν για ένα μετανάστη: η δουλειά, ο έρωτας και η άδεια παραμονής.»
Και συνεχίζει,
«Δεν ξέρω εάν κάποιος από εσάς έχει κάποια, έστω μακρινή ιδέα τι σημαίνει να είσαι παράνομος και να μην έχεις χαρτιά.
Νιώθεις πως έχεις λιγότερη αξία και από ένα αδέσποτο σκυλί. Γιατί δεν υπάρχεις. Περπατάς με φόβο, κοιτάς με φόβο, ζεις με φόβο.
Δεν μπορείς να κοιμηθείς γιατί δεν έχεις χαρτιά. Δεν μπορείς να ονειρευτείς γιατί δεν έχεις χαρτιά. Δεν μπορείς να βρεις δουλειά γιατί δεν έχεις χαρτιά.
Δεν μπορείς να ερωτευτείς γιατί δεν έχεις χαρτιά. Δεν μπορείς να προγραμματίσεις το μέλλον γιατί δεν έχεις χαρτιά. Δεν μπορείς να βρεις δουλειά γιατί δεν έχεις χαρτιά.
Δεν μπορείς να νοικιάσεις σπίτι για να ζεις ανθρώπινα γιατί δεν έχεις χαρτιά. Σκέφτεσαι μέρα νύχτα τα χαρτιά, γίνεσαι σαν ψυχοπαθής…

Dimitris said

at 8:20 pm on Jan 16, 2010

Θα μου πείτε πως ήρθα απρόσκλητος. Ναι έτσι είναι. Δούλεψα όμως πολύ σκληρά.
Έκανα τρεις και τέσσερις δουλειές τη μέρα από αυτές που εσείς συνήθως δεν προτιμάτε να κάνετε.
Πληρώθηκα πολύ πιο λίγα από αυτά που άξιζα. ¨όλη τη μέρα δούλευα και το βράδυ κοιμόμουν στους αγρούς.
Όλη τη μέρα δούλευα και το βράδυ κοιμόμουν σε μια μικρή καλύβα με δεκατέσσερα άτομα μαζί, χωρίς νερό και ηλεκτρικό ρεύμα, τόσο που αναρωτιόμουν ποια είναι η διαφορά μου από τα ζώα.
Θα μου πείτε ίσως, πως και εσείς ταλαιπωρείστε στις ουρές. Ναι έτσι είναι. Αλλά εσείς, όπως και να ‘χει θα επιστρέψετε το βράδυ στο σπίτι σας.
Εγώ, εάν δεν μου δώσουν την άδεια παραμονής, δεν μπορώ να επιστρέψω στο σπίτι μου, πρέπει να φύγω. Και που να πάω?
Τώρα έχω χτίσει τη ζωή μου εδώ. Και έχω φτύσει αίμα για να τη χτίσω.»

You don't have permission to comment on this page.